Λεξικό όρων


Active badge: Ενεργή κάρτα / καρφίτσα αναγνώρισης.
 Μικρή συσκευή που χρησιμοποιείται για τον εντοπισμό και αναγνώριση προσωπικού μέσα σε ένα κτίριο ή σε μια περιορσμένη περιοχή.
Active Server Pages (ASP): Ενεργές Σελίδες Διακομιστή. Τεχνολογία της Micrososft για τη δημιουργία δυναμικών ιστοσελίδων.
Active X. Τεχνολογία της Micrososft.
Adaptive protocol: Προσαρμοστικό πρωτόκολλο. Ένα πρωτόκολλο που έχει δυνατότητα περιορισμένης προσαρμογής σε ευρύτερο ή στενότερο ρεπερτόριο επιλογών.
Address Resolution Protocol (ARP): Πρωτόκολλο Καθορισμού Διεύθυνσης. Πρωτόκολλο για τη ταυτοποίηση υπολογιστή με διεύθυνση IP.
Advanced Research Projects Agency (ARPA): Γραφείο Προηγμένων Ερευνητικών Προγραμμάτων. Τμήμα του Υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ, υπεύθυνο για την αρχική ανάπτυξη του Διαδικτύου, ARPANet.
Agent: Πράκτορας. Ένα λογισμικό που εκτελεί μια σχετικά αυτόνομη Διαδικτυακή λειτουργία για λογαριασμό ενός χρήστη.
Anchor: Άγκυρα. Μέρος μιας ιστοσελίδας που υποδηλώνει έναν υπερσύνδεσμο.
American National Institute of Standards (ANSI): Αμερικανικό Εθνικό Ινστιτούτο Προτύπων. Αμερικανικός οργανισμός τυποποίησης.
American Standard Code for Information Interchange (ASCII): Πρότυπος Αμερικανικός Κώδικας για την Ανταλλαγή Πληροφοριών. Βασική μέδοθος κωδικοποίησης χαρακτήρων στους υπολογιστές.
Anonymous remailer: Ανώνυμος ανακατευθυντής ταχυδρομείου. Ένας διακομιστής που επιτρέπει σε χρήστες να στέλνουν μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου χωρίς να αποκαλύπτουν την ταυτότητά τους.
Apache. Διακομιστής Ιστού ανοικτού λογισμικού.
Applet. Ένα πρόγραμμα Java που μπορεί να ενσωματωθεί σε μια ιστοσελίδα.
Application Programmers Interface (API): Διεπαφή Προγραμματιστή Εφαρμογών. Περιβάλλον προγραμματισμού που διευκολύνει την ανάπτυξη εφαρμογών σε κάποια γλώσσα προγραμματισμού.
Application  resource usage matrix: Πίνακας χρήσης πόρων εφαρμογής. Ένας πίνακας που χρησιμοποιείται για τη πρόβλεψη απόδοσης και συσχετίζει φόρτο εργασίας με εφαρμογές.
Application server: Διακομιστής εφαρμογής. Ένας διακομιστής που εξειδικεύεται στην εκτέλεση μιας συγκεκριμένης εφαρμογής.
ARP cache: Κρυφή μνήμη Πρωτοκόλλου Καθορισμού Διεύθυνσης. Μια περιοχή του λειτουργικού συστήματος που συσχετίζει διευθύνσεις υλισμικού με διευθύνσεις IP.
ARP spoofing: Παραποίηση ARP. Επίθεση σε έναν υπολογιστή μέσω της πρόσβασης στη κρυφή μνήμη ARP και παραποίηση μιας διεύθυνσης έμπιστου υπολογιστή.
Asynchronous message passing: Ασύγχρονη μεταβίβαση μυνημάτων. Επικοινωνία με μεταβίβαση μυνημάτων που δεν χρειάζεται να ανταλλαχθούν σε σταθερή, προκαθορισμένη σειρά.
Atomic transaction: Ατομική συναλλαγή. Μια συναλλαγή που δεν έχει αλληλεπίδραση με άλλες συναλλαγές.
Atomicity: Ατομικότητα. Μια ιδιότητα  μιας συναλλαγής που σημαίνει οτι δεν έχει αλληλεπιδράσεις με άλλες συναλλαγές.
Atomicity, Consistency, Isolation, Durability (ACID): Ατομικότητα, Συνέπεια, Απομόνωση, Ανθεκτικότητα. Οι τέσσερις βασικές ιδιότητες των συναλλαγών. 
Attribute: Ιδιότητα. Μια ιδιότητα ενός στοχείου HTML ή XML. Τύπος δεδομένων στη CORBA.
Autocommit state: Κατάσταση αυτοδέσμευσης. Μια κατάσταση στην οποία ένας διακομιστής βάσης δεδομένων αυτόματα εκτελεί συναλλαγές που έχουν εφαρμοστεί στη βάση.

Backplane: Πλακέτα διασύνδεσης.
Υλισμικό τύπου αρτηρίας ή ραβδεπαφικού διακόπτη που επιτρέπει τη διασύνδεση υπολογιστών μέσω συστήματος μεταγωγής.
Bastion host: Οχυρός ξένιος υπολογιστής. Πληρεξούσιος διακομιστής που επιτρέπει την απομόνωση ή οχύρωση από επιθέσεις ενός υποδικτύου.
Benchmarking:  Συγκριτική εκτίμηση απόδοσης. Σύγκριση της απόδοσης ενός αριθμού υπολογιστών μέσω της εκτέλεσης σε του ίδιου συνόλου εφαρμογών.
Bit mapped graphic:  Γραφικό χαρτογραφημένης απεικόνισης. Μιά μορφοποίηση εικόνας ή γραφικού υπολογιστή όπου κάθε εικονοστοιχείο αποθηκεύεται ως δυαδική αναπαράσταση.
Binding: Δέσμευση, Σύνδεση. Σύνδεση αφηρημένης οντότητας με συγκεκριμένη υλοποίησή της. Λογική σύνδεση δύο οντοτήτων.
Bot: Ρομπότ. Τύπος πράκτορα.
Browser: Περιηγητής (Φυλλομετρητής). Ένα λογισμικό που επειτρέπει σε ένα χρήστη να προσπελαύνει τεκμήρια του Παγκόσμιου Ιστού.
Bus network: Δίκτυο αρτηρίας. Ένα δίκτυο υπολογιστών οργανωμένο γλυρω από μια κοινή σύνδεση, γνωστώ ως αρτηρία.
Business to Business (B2B): Επιχείρηση προς Επιχείρηση. Επιχειρηματικό μοντέλο Διαδικτύου.
Business to Consumer (B2C): Eπιχέιρηση προς Πελάτη. 
Επιχειρηματικό μοντέλο Διαδικτύου.

C, C++. Γλώσσες προγραμματισμού.
Caching: Προσωρινή αποθήκευση.
Η διαδικασία της αποθήκευσης συχνά χρησιμοποιούμενων δεδομένων σε μνήμη ταχείας προσπέλασης.
Callable statement: Καλούμενη δήλωση. Μια συλλογή δηλώσεων SQL που μπορούν  να κληθούν με μια εντολή, ανάλογη της κλήσης μιας υπορρουτίνας.
Cascading Style Sheets: Επικαλυπτόμενα Φύλλα Στυλ. Ένα εργαλείο της HTML που επιτρέπει στους χρήστες να ορίσουν την γενική όψη και αίσθηση των ιστοσελίδων.
CERN. Ευρωπαικό Κέντρο Πυρηνικών Ερευνών, όπου αναπτύχθηκε ο Παγκόσμιος Ιστός.
Channel Definition Format (CDF). Μορφή Ορισμόυ Καναλιών. Τεχνολογία XML.
Chatterbot: Ομιλητικό Ρομπότ / Πράκτορας. ΄Ενας πράκτορας που εισβάλει σε μια ομάδα ειδήσεων ή αίθουσα συζητήσεων και προσπαθεί να μιμηθεί έναν χρήστη.
Checkout page: Σελίδα πληρωμής / εξόδου. Μια σελίδα σε ιστοχώρο λιανικού εμπορίου που εκτελεί λειτπυργίες που σχετίζονται με την ολοκλήρωση μιας εμπορικής συναλλαγής, όπως  άθροιση των αγορών και υπολογισμός του τελικού ποσού πληρωμής ενός πελάτη.
Chosen plain text attack: Επίθεση επιλεγμένου απλού κειμένου. Επίθεση σε κρυπτογραφικό σχήμα που βασίζεται στο γεγονός οτι ο επιτιθέμενος χρησιμοποιεί τμήματα κειμένου τα οποία όταν κρυπτογραφηθούν παρέχουν σημαντικές ενδείξεις σχετικά με τη μέθοδο και το κλειδί της κρυπτογράφησης.
Cipher text: Κρυπτογραφλημένο κείμενο. Το κείμενο που παράγεται όταν μια κρυπτογραφική μέθοδος αφραμόζεται σε ένα απλό κείμενο.
Circular buffer: Κυκλικός απομονωτής. Μια δομή δεδομένων χαμηλού επιπέδου τύπου πίνακς όπου μετά τη τελευταία θέση αποθήκευσης ο δείκτης επανέρχεται στη πρώτη θέση.
Client: Πελάτης. Ένα πρόγραμμα ή ένας υπολογιστής που ζητά μια υπηρεσία από ένα διακομιστή.
Collaboration platform: Πλατφόρμα συνεργασίας. Ένας ιστοτόπος ή ομάδα ιστοχώρων που επιτρέπει σε εταιρίες και οργανισμούς να συνεργάζονται μεταξύ τους.
Collection service: Υπηρεσία συλλογής. Μια υπηρεσία της CORBA που σχετίζεται με τη διαχείριση συλλογών κατανεμημένων αντικειμένων.
COM. Τεχνολογία της Microsoft.
Commerce agent: Εμπορικός πράκτορας. Ένας πράκτορας που εκτελεί κάποια εμπορική δραστηριότητα, όπως αγορά ή πώληση αγαθών.
Common Business Oriented Language (COBOL). Γλώσσα προγραμματισμού.
Common Gateway Interface (CGI): Διεπαφή Κοινής Διεξόδου. Μια διεπαφή σε ένα διακομιστή Ιστού που περιέχει πληροφορίες χρήσιμες σε προγράμματα παραγωγής δυναμικών ιστοσελίδων του διακομιστή, όπως τα servlets.
Common Object Resource Broker Architecture (CORBA): Κοινή Αρχιτεκτονική Μεσίτη Αιτήσεων Αντικειμένων. Ένα σύνολο πρωτύπων για τη διαχείριση κατανεμημένων αντικειμένων σε πολυγλωσσικό περιβάλλον.
Concurrency control service: Υπηρεσία ελέγχου συνδρομικότητας. Μια υπηρεσία που συντονίζει ένα μεγάλο αριθμό συνχρονικών διεργασιών ενός κατανεμημένου συστήματος.
Consistency: Συνέπεια. Ιδιότητα μιας συναλλαγής που σημαίνει οτι μετά την περάτωσή της αφήνει μια βάση δεδομένων σε συνεπή κατάσταση.
Cookie. Δεδομένα που κρατούνται σε ένα πελάτη Ιστού και επιτρέπουν την ύπαρξη μνήμης της προηγούμενης κατάστασης μεταξύ διαδοχικών αιτημάτων ή συνόδων
Cryptography: Κρυπτογραφία. Η διαδικασία μετατροπής ενός μηνύματος έστι ώστε να μη μπορεί να διαβαστεί από μη εξουσιοδοτημένους χρήστες.

DARPA. Δες ARPA.
Data Base Management System (DBMS): Σύστημα Διαχείρισης Βάσεων Δεδομένων.

Data encryption Standard (DES): Πρότυπο Κρυπτογράφησης Δεδομένων. Πρότυπο κρυπτογράφησης.
Data layer: Στρώμα / Επίπεδο δεδομένων. Το χαμηλότερο επίπεδο σε μια αρχιτεκτονική τριών στρωμάτων ή επιπέδων. Περέχει τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται στην εφαρμογή.
Data management agent: Πράκτορας διαχείρισης δεδομένων. Ένας πράκτορας που εκτελεί μια εργασία σχετική με βάσεις δεδομένων, όπως η αναδιάταξη πινάκων.
Data replication. Ομοιοτυπία δεδομένων. Η διαδικασία ομοιοτυπίας  (πανομοιότυπης αντιγραφής) σε ένα κατανεμημένο σύστημα για βελτίωση της απόδοσης.
Data virus: Ιός δεδομένων. Ιός που μολύνει ένα αρχείο δεδομένων.
Database lock: Κλείδωμα βάσης δεδομένων. Κλείδωμα που εφαρμόζεται σε μια ολόκληρη σχεσιακή βάση δεδομένων.
Database server: Διακομιστής βάσης δεδομένων. Διακομιστής που χρησιμοποιείται για τη προσπέλαση και διχείριση μιας βάσης δεδομένων, συνήθως σχεσιακής.
Day tarding: Ημερήσια δοσοληψία. Η χρήση του Ιστού για τις διαδοχικές αγοαραπωλησίες μετοχών σε σχετικά σύντομα χρονικά διαστήματα, όπως σε μια μέρα.
DCOM. Τεχνολογία απομακρυσμένων αντικειμένων της Microsoft.
Deadlock: Αδιέξοδο. Όταν δύο νήματα ή σύνδρομες διεργασίες δεν μπορούν να συνεχίσουν γιατί η μια απαιτεί πόρους που κρατά ή άλλη.
Deadly embrace: Αδιέξοδη εμπλοκή / Αδιέξοδο. Όταν δύο νήματα ή σύνδρομες διεργασίες δεν μπορούν να συνεχίσουν γιατί η μια απαιτεί πόρους που κρατά ή άλλη.
Decryption: Αποκρυπτογράφηση. Η διαδικασία επαναφοράς ενός κρυπτογραφημένου μηνύματος στην αρχική του μορφή.
Demilitarised zone: Ουδέτερη ζώνη. Η περιοχή μέσα σε ένα  τείχος ασφαλείας (firewall).
Denial of service attack: Επίθεση άρνησης υπηρεσίας. Επίθεση σε υπολογιστή ή δίκτυο που αποτρέπει την αποδοτική παροχή υπηρεσιών.
Desktop Publishing (DTP). Επιτραπέζια έκδοση.
Device driver virus: Ιός οδηγού συσκευής.
Ιός που μολύνει το λογισμικό οδήγησης περιφερειακών συσκευών.
Differential cryptanalysis attack: Επίθεση διαφορικής κρυπτανάλυσης.
Επίθεση σε κρυπτογραφικό σχήμα που βασίζεται σε τμήματα κειμένου με ελάχιστες διαφορές μεταξύ τους.
Differential hardware fault analysis: Ανάλυση διαφορικού σφάλματος. Ανάλυση κρυπτογραφικού σχήματος με πρόκληση σφαλμάτων στο υλισμικό.
Deffie-Hellman key exchange: Ανταλλαγή κλειδιών Deffie-Hellman. Τεχνική ανταλλαγής δημόσιου κελιδιού που επιτρέπει στους συμμετέχοντες να χρησιμοποιήσουν συμμετρική κρυπτογράφηση στην ανταλλαγή κλειδιών.
Digest: Σύνοψη. Αριθμός ή συμβολοσειρά που χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει μοναδικά κάποια δεδομένα.
Digital certificate: Ψηφιακό πιστοποιητικό. Ψηφιακό τεκμήριο που παρέχει αυθεντικότητα σε κάποιον που συμμετέχει σε μια συναλλαγή.
Digital signature: Ψηφιακή υπογραφή. Δεδομένα που παρέχουν απόδειξη οτι κάποιος που υπογράφει ένα ψηφιακό τεκμήριο είναι όντως αυτός που δηλώνει.
Digital Signature Algorithm (DSA): Αλγόριθμος ψηφιακής υπογραφής.
Digital Signature Standard (DSS): Πρότυπο ψηφιακής υπογραφής.
Directory server: Διακομιστής καταλόγου. Διακομιστής που χρησιμοποιείται για την επικύρωση ψηφιακών πιστοποιητικών.
Directory service: Υπηρεσία καταλόγου. Υπηρεσία που συσχετίζει ονόματα και ιδιότητες με κάποιο πόρο.
Disintermediation: Αποδιαμεσολάβηση. Η διαδικασία απομάκρυνσης μεσαζόντων, όπως οι μεσίτες ασφαλειών, από μια εμπορική συναλλαγή.
Distributed database: Κατανεμημένη βάση δεδομένων. Βάση δεδομένων που κρατείται σε ένα αριθμό δικτυωμένων υπολογιστών.
Distributed deadlock: Κατανεμημένο αδιέξοδο. Αδιέξοδο που συμβαίνει όταν κατανεμημένα προγράμματα προσπελαύνουν διαμοιραζόμενους πόρους.
Distributed event: Κατανεμημένο συμβάν. Όταν ένα τμήμα ενός κατανεμημένου συστήματος  προκαλεί ένα συμβάν σε ένα άλλο τμήμα του συστήματος.
Distributed garbage collection: Κατανεμημένη συλλογή απορριμάτων. Η διαδικασία ανάκτησης  άχρηστης ή μη-χρησιμοποιούμενης μνήμης σε ένα κατανεμημένο σύστημα.
Distributed object: Κατανεμημένο αντικείμενο. Ένα αντικείμενο που βρίσκεται σε έναν υπολογιστή και μπορεί να δεχτεί μηνύματα από αντικείμενα από άλλους υπολογιστές.
Distributed object middleware: Ενδιάμεσο λογισμικό κατανεμημένων αντικείμενων. Λογισμικό που επιτρέπει στους υπολογιστές ενός κατανεμημένου συστήματος τη πρόσβαση σε κατανεμημένα αντικείμενα.
Distributed system: Κατανεμημένο σύστημα. Σύνολο υπολογιστών που επικοινωνούν μέσω δικτυύου για την εκτέλεση κάποιων κοινών εργασιών.
DNS spoofing: Παραποίηση DNS. Προσπάθεια για παράνομη πρόσβαση σε ένα υπολογιστή μέσω της χρήσης του ονόματος  ενός έμπιστου υπολογιστή.
Document Object Model (DOM): Μοντέλο Αντικειμένων Τεκμηρίου. Πρότυπο ορισμού τεκμηρίων σε XML.
Document Type Definition (DTD): Ορισμός Tύπου Tεκμηρίου. Περιγραφή της δομής ενός τεκμηρίου XML.
Domain Name System (DNS): Σύστημα Ονομασίας Πεδίων. Υπηρεσία που επιτρέπει να εντοπίζουμε τους υπολογιστές στο Διαδίκτυο με το συμβολικό του όνομα.
Domain Name System Security Standard (DNNSEC). Πρότυπο Ασφαλείας του DNS.
Dotted quad notation: Σημειογραφία εστιγμένης τετράδας. Μέθοδος ορισμού αριθμητικών διευθύνσεων των υπολογιστών του Διαδικύου, με τέσσερις ακεραίους στο διάστημα 0-255, χωρισμένους με τελείες.
Downloading: Μεταφόρτωση. Η διαδικασία μεταφοράς αρχείων από έναν απομακρυσμένο υπολογιστή προς τον τοπικό.
Durability: Ανθεκτικότητα. Ιδιότητα μιας συναλλαγής που αναφέερται στη μόνιμη αποθήκευση των αποτελεσμάτων της.
Dynamic page: Δυναμική σελίδα. Ιστοσελίδα που δημιουργείται δυναμικά ή μεταβάλλεται χρονικά πριν αποσταλεί στον περιηγητή.
Dynamic sceleton: Δυναμικός σκελετός. Κώδικας υποστήριξης που παράγεται από συστήματα CORBA.

E-auction: Η-δημοπρασία. Δημοπρασία στο Διαδίκτυο. Μπορεί να υλοποιείται σε πραγματικό χρόνο ή να παρέχονται χρονικά όρια για υποβολή προσφορών.
eXML. Γλώσσα που βασίζεται στην XML και εξειδικεύεται σε επιχειρηματικές συναλλαγές.
Edge chasing algorithm: Αλγόριθμος αναζήτησης κορυφών. Αλγόριθμος που χρησιμοποιείται για να την αποφυγή αδιεξόδων.
E-learning. Η-μάθηση. Η διαδικασία παροχής εκαπιδευτικών υπηρεσιών μέσω του Διαδικτύου.
ElGamel system. Σύστημα ElGamel. Ένα σύστημα κρυπτογραφίας δημόσιου κλειδιού.
E-mail server. Διακομιστής Η-ταχυδρομείου. Υπολογιστής που στέλνει και παραλαμβάνει μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Encryption. Κρυπτογράφηση. Η διαδικασία μετατροπής ενός κειμένου έτσι ώστε να μην μπορεί να διαβαστεί από μη εξουσιοδοτημένους χρήστες.
Enterprise framework: Πλαίσιο ανάπτυξης. Λογισμικό περιβάλλον που επιτρέπει την ανάπτυξη κατανεμημένων εφαρμογών.
Enterprise JavaBeans. Συστατικά τμήματα κατανεμημημένου λογισμικού που μπορούν να μεταφερθούν από ένα διακομιστή σε άλλον.
Entity beans. Enterprise JavaBeans που απαιτούν μόνιμη αποθήκευση.
Environment variable: Μεταβλητή περιβάλλοντος. Μια μεταβλητή που κρατά  σημαντικές πληροφορίες για οντότητες του Ιστού.
E-procurement: Η-προμήθεια. Προμήθειες υλικών και εξοπλισμού για μια εταιρία μέσω του Διαδικτύου.
E-shop: H-κατάστημα. Κατάστημα στο Διαδίκτυο.
E-tailing: Η-λιανική. Η χρήση του Διαδικτύου, ιδίως του Παγκόσμιου Ιστού για τη λιανική πώληση αγαθών ακι υπηρεσιών.
Event service: Υπηρεσία συμβάντων. Υπηρεσία στη CORBA που επιτρέπει σε αντικείμενα να εγγραφούν ως ακροατές σε συμβάντα.
Executable virus: Εκτελέσιμος ιός. Ιός που προαρτάται σε εκτελέσιμο αρχείο και, όταν αυτό εκετλείται, ο ιός προκαλεί κάποια καταστροφή.
Extensible Markup Language (XML): Επεκτάσιμη Γλώσσα Σήμανσης. Γλώσσα για τη περιγραφή της μορφής τεκμηρίων Ιστού.
External service: Εξωτερική υπηρεσία. Υπηρεσία που προσφέρεται προς τους χρήστες σε μια κατανημημένη εφαρμογή.
Externalisation service: Υπηρεσία εξωτερίκευσης. Υπηρεσία της CORBA που επιτρέπει τη μετατροπή αντικειμένων σε μορφή που μπορεί να αποσταλεί σε ένα επικοινωνιακό μέσο.

Factoring attack: Επίθεση παραγοντοποίησης. Επίθεση σε σύστημα δημόσιου κλειδιού μέσω παραγοντοποίησης πολύ μεγάλων ακεραίων.
Family and friends virus: Ιός οικογένειας και φίλων. Ιός που μολύνει τα βιβλία διευθύνσεων των χρηστών. Τα βιβλία διευθύνσεων συνήθως συνδέονται με προγράμματα  ταχυδρομείου.
Fat client: Παχύς πελάτης. Πελάτης με μεγάλη ποσότητα λογισμικού.
Fat server: Παχύς διακομιστής. Διακομιστής σε σύστημα τριών στρωμάτων που περιέχει το μεγαλύτερο μέρος του λογισμικού του συστήματος.
File service: Υπηρεσία αρχείων. Εσωτερική υπηρεσία που παρέχει στο χρήστη πρόσβαση σε κατανεμημένα αρχεία.
File Transfer Protocol (FTP): Πρωτόκολλο Μεταφοράς Αρχείων. Πτωτόκολλο μεταφοράς αρχείων μεταξύ υπολογιστών.
Firewall: Τείχος ασφαλείας. Στρώμα υλισμικού / λογισμικού που τοποθετείται μεταξύ ενός υπολογιστή ή υποδικτύου και ενός ευρύτερου δικτύου ή του Διαδικτύου, και προστατεύει από μη-εξουσιοδοτημένη πρόσβαση και άλλες επιθέσεις.
Fixed protocol: Σταθερό πρωτόκολλο. Ένα πρωτόκολλο με σταθερό ρεπερτόριο επιλογών και σταθερή μέθοδο επικοινωνίας.
Form: Φόρμα. Συλλογή οπτικών αντικειμένων, όπως περιοχές κειμένου, που χρησιμοποιείται για την αποτολή δεδομένων προς ένα διακομιστή.
Formatting object: Μορφοποιητικό αντικείμενο. Αντικείμενο που χρησιμοποιείται για να παράγει μια εντολή εμφάνισης ενός επιθέματος XML.
Formatting Object Processor (FOP): Επεξεργαστής μορφοποίησης αντικειμένων. Λογισμικό μετατροπής XML τεκμηρίων σε PDF.
Frequently Asked Questions (FAQ). Λίστα ή ιστοτόπος με συχνά απαντώμενες ερωτήσεις για κάποιο θέμα.

Gateway: Διέξοδος / Πύλη. Υπολογιστής που ενεργεί ως σημείο εισόδου / εξόδου για ένα υποδίκτυο.
GIF. Πρότυπο κωδικοποίησης εικόνων στο Διαδίκτυο.
Goverment agent: Κυβερνητικός πράκτορας. Πράκτορας που εκτελεί κάποια εργασία σχετική με τη κυβέρνηση, όπως η ανεύρεση νόμων σχετικών με κάποιο θέμα.
Groupware: Συνεργατικό λογισμικό. Λογισμικό για τη συνεργασία μιας ομάδας, όπως για το συντονισμό συναντήσεων ή άλλων καθημερινών λειτουργιών.

Hack. Τεχνική που επιτρέπει τη χρήση μιας τεχνολογίας για ένα σκοπό διαφορετικό από αυτό για τον οποίο δημιουργήθηκε.
Hidden field: Κρυμμένο πεδίο. Ένα πεδίο σε ένα τεκμήριο Ιστού που περιέχει πληροφορίες κατάστασης.
Hit counter: Μετρητής επισκέψεων / σελίδας. Οπτικό αντικείμενο που εμφανίζει τον αριθμό επισκεπτών μιας ιστοσελίδας.
Horizontal fragmentation: Οριζόντιος κατακερματισμός. Όταν ο πίνακας μιας σχεσιακής βάσης δεδομένων διασπάται σε μικρότερους πίνακες με βάση τις γραμμές.
Host: Ξένιος υπολογιστής. Υπολογιστής συνδεδεμένος στο Διαδίκτυο.
Host processing: Κεντρική επεξεργασία. Μορφή επεξεργασίας όπου το μεγαλύτερο μέρος της επεξεργασίας γίνεται σε μεγάλο κεντρικό υπολογιστή.
Hub network: Δίκτυο διανομέα. Δίκτυο που χρησιμοποιεί ως μέσο επικοινωνίας ένα κυκλικό διανομέα.
Hub and spoke architecture: Αρχιτεκτονική διανομέα και ακτίνων. Αρχιτεκτονική λογισμικού όπου μια οντότητα (ο διανομέας) αποστέλει μηνύματα σε άλλες οντότητες (ακτίνες).
Hyperlink: Υπερσύνδεσμος. Διεύθυνση ιστοσελίδας. Δείχνει προς μια ιστοσελίδα ή κάποιο τεκμήριο Ιστού. Γνωστό και ως σύνδεσμος.
Hypertext: Υπερκείμενο. Κείμενο που περιέχει υπερσυνδέσμους.
Hypertext mailer: Πρόγραμμα ταχυδρομείου υπερκειμένου. Πρόγραμμα Ιστού που επιτρέπει την αποστολή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου υπερκειμένου.
Hypertext Markup Language (HTML): Γλώσσα Σήμανσης Υπερκειμένου. Σημειογραφική γλώσσα που χρησιμοποιείται για τη προετοιμασία τεκηρίων του Παγκόσμιου Ιστού.
Hypertext Transfer Protocol (HTTP): Πρωτόκολλο Μεταφοράς Υπερκειμένου. Πρωτόκολλο που επιτρέπει σε πελάτες που εκτελούν περιηγητές να επικοινωνούν με διακομιστές Ιστού.

IDEA. Πρότυπο κρυπτογράφησης.
IMAP. Πρωτόκολλο η-ταχυδρομείου.
Infection: Μόλυνση. Η διαδικασία εισαγωγής ιού σε έναν υπολογιστή ή σύσημα υπολογιστών.
Information brokerage: Μεσιτεία πληροφοριών. Η παροχή υπηρεσιών πληροφόρησης μέσω Διαδικτύου.
Interface Definition Language (IDL): Γλώσσα Ορισμού Διεπαφής. Γλώσσα που χρησιμοποιείται για τον ορισμό της κατάστασης και της λειτουργικότητας αντικειμένων CORBA.
Interface repository: Αποθήκη διεπαφών. Συλλογή ορισμών αντικειμένων CORBA.
Internal service: Εσωτερική υπηρεσία. Υπηρεσία παρεχόμενη από ένα κατανεμημένο λειτουργικό σύστημα ή λογισμικό δικτύου.
International Standards Organisation (ISO): Διεθνής Οργανισμός Προτύπων. Υπέυθυνος για τη τυποποίση πολλών πρωτοκόλλων.
Internet: Διαδίκτυο. Το σύνολο των δικτύων υπολογιστών που είναι συνδεδομένα με το πρωτόκολλο TCP/IP.
Internet Domail Name System: Σύστημα Ονομασίας Πεδίων Διαδικτύου. Το σύνολο του λογισμικού που συσχετίζει  τα ονόματα και τις διευθύνσεις υπολογιστών του Διαδικτύου.
Internet Inter Object Resource Broker Protocol (IIOP). Πρωτόκολλο που επιτρέπει μεσίτες αιτήσεων αντικειμένων διαφορετικών προμηθευτών να επικοινωνούν μεταξύ τους στο Διαδίκτυο.
Internet Protocol (IP). Ομάδα πρωτοκόλλων που χρησιμοποιούνται στην επικοινωνία του Διαδικτύου.
Internet Service Provider (ISP): Πάροχος Υπηρεσιών Διαδικτύου. Εταιρία που παρέχει υπηρεσίες Διακδικτύου στο ευρύ κοινό.
IP Address: Διεύθυση IP. Μοναδική διεύθννση υπολογιστή στο Διαδίκτυο.
Isolation: Απομόνωση. Ιδιότητα της συναλλαγής που ορίζει οτι δεν εμπλέκεται με άλλες συναλλαγές.

Java.
Γλώσσα προγραμματισμού με πολλές διευκολύνσεις για την ανάπτυξη Διαδικτυακών εφαρμογών.
Java 2 Enterprise Edition framework (J2EE): Πλαίσιο Ανάπτυξης Εφαρμογών Java 2. Ολοκληρωμένο περιβάλλον ανάπτυξηε εφαρμογών Java.
Java Cryptograohic Extension (JCE): Κρυπτογραφική Επέκταση της Java.
Java Data Base Connection (JDBC): Σύνδεση Java με Βάσεις Δεδομένων.
Java Naming and Directory Interface: Διεπαφή Ονομασίας και Καταλόγου της Java.
Java Native Interface (JNI).
Διεπαφή Java με κληροδοτημένο κώδικα.
Java Server Pages (JSP): Σελίδες Διακομιστών Java . Τεχνολογία δυναμικών σελίδων βασισμένη στη Java.
JavaBeans. Δες Enterprise JavaBeans.
JavaMail. Σύστημα η-ταχυδρομείου της Java.
JavaScript. Σημειογραφική γλώσσα που προσθέτει λειτουργικότητα στις ιστοσελίδες.
JavaSpaces. Τεχνολογία αρχιτεκτονικής πλειάδων της Java / JINI.
JINI. Τεχνολογία της Java για αφανή και κινητό υπολογισμό.
JPEG. Πρότυπο κωδικοποίησης εικόνων στο Διαδίκτυο.

ΚΕΑ. Πρότυπο κρυπτογράφησης.
Key: Κλειδί
. Μοναδικό δεδομένο που ταυτοποιεί μια οντότητα μέσα σε μια συλλογή οντοτήτων. Συνήθως χρησιμοποιούνται σε συνδυσαμό με σχεσιακές βάσεις δεδομένων. Επίσης, έτσι ονομάζεται η συμβολοσειρά που χρησιμοποιείται για τη κρυπτογράφηση κειμένου.
Known plain text attack: Επίθεση γνωστού απλού κειμένου. Επίθεση σε ένα κρυπτογραφικό σχήμα με τη χρήση κειμένου με γνωστή τη κρυπτογραφημένη μορφή του.

Least frequently used strategy (LFU): Στρατηγική λιγότερο συχνής χρήσης.  Στρατηγική για την αντικατάσταση δεδομένων στη κρυφή μνήμη. Αντικαθίστανται τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται λιγότερο συχνά.
Least recently used strategy (LSU): Στρατηγική λιγότερο πρόσφατης χρήστης. Στρατηγική για την αντικατάσταση δεδομένων στη κρυφή μνήμη.  Αντικαθίστανται τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται λιγότερο πρόσφατα.
Legacy software: Κληροδοτημένο λογισμικό. Λογισμικό που έχει αναπτυχθεί με παλαιότερη τεχνολογία που σταδιακά παύει να ανανεώνεται.
Licencing service: Υπηρεσία αδειοδότησης. Υπηρεσία CORBA που επιτρέπει την εποπτεία αντικειμένων έτσι ώστε, για παράδειγμα να μπορεί να γίνει χρέωση.
Lifecycle method: Μέθοδος κύκλου ζωής. Μέθοδος που εκτελείται όταν συβαίνει ένα γεγονός σε ένα applet.
Lifecycle service: Υπηρεσία κύκλου ζωής. Υπηρεσία CORBA για τη δημιουργία, τροποποίηση και διαγραφή αντικειμένων CORBA.
Lightweight Directory Access Protocol (LDAP): Ελαφρύ Πρωτόκολλο Πρόσβασης Καταλόγων. Το βασικό πρωτόκολλο παροχής υπηρεσιών ονομασίας και καταλόγου.
Linda. Γλώσσα προγραμματισμού αρχιτεκτονικής πλειάδων.
Link: Σύνδεσμος. Εναλλακτική ονομασία για τον υπερσύνδεσμο.
Load balancing: Εξισορρόπηση φορτίου. Η διαδικασία διαμοιρασμού του υπολογιστικού φόρτου σχεδόν εξίσου μεταξύ των διακομιστών ενός κατανεμημένου συστήματος.
Locality: Τοπικότητα. Αρχή σχεδίασης των κατανεμημένων συστημάτων βάσει της οποίας οι πόροι κρατούνται κοντά στον τόπο όπου χρησιμοποιούνται.
Lock manager: Διαχειριστής κλειδώματος. Μέρος του λειτουργικού συστήματος που διχειρίζεται τη στρατηγική κλειδώματος.
Locking: Κλείδωμα. Η διαδικασία διασφάλισης οτι σε κάθε χρονική στιγμή σε ένα πόρο επιτρέπεται η πρόσβαση μόνο σε ένα νήμα (ή συγχρονική διεργασία).
Loopback address: Διεύθυνση τοπικού βρόχου. Η IP διέυθυνση 127.0.0.1 που χρησιμοποιείται για τον τοπικό έλεγχο διακτυακών εφαρμογών.
Lost update problem: Πρόβλημα χαμένης ενημέρωσης. Πρόβλημα που προκύπτει όταν μια συναλλαγή εμπλέκεται με μια άλλη. Έχει ως αποτέλεσμα τη μη ορθή εφαρμογή κάποιας ενημέρωσης δεδομένων.

Mailer: Πρόγραμμα ταχυδρομείου. Πρόγραμμα πελάτη για την  αποστολή και παραλαβή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Mail server: Διακομιστής ταχυδρομείου. Υπολογιστής που χρησιμοποιείται για την αποθήκευση και προώθηση μηνυμάτων ηκλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Many-reader single-writer scheme: Σχήμα πολλαπλών αναγνώσεων-απλής εγγραφής. Σχήμα κλειδώματος όπου πολλά νήματα επιτρέπεται να διαβάζουν τα περιεχόμενα ενός πόρου αλλά μόνο ένα νήμα επιτρέπεται να γράψει στον πόρο.
Markup language: Γλώσσα σήμανσης. Γλώσσα που χρησιμοποιείται για να παράχει οδηγίες εμφάνισης ενός τεκμηρίου. Στοιχεία της γλώσσας ενσωματώνονται στο τεκμήριο.
Marshalling: Παράταξη. Η διαδικασία μετατροπής δεδομένων σε μορφή που μπορεί να σταλεί σε άλλον υπολογιστή στο Διαδίκτυο.
Master secret: Κύριο μυστικό. Κείμενο που χρησιμοποιείται στη τεχνολογία του Στρώματος Ασφαλών Συναρμογών.
MathML. Γλώσσα σήμανσης για μαθηματικά κείμενα.
M-Commerce: Κινητό Εμπόριο. Ηλεκτρονικό εμπόριο συνδεδεμένο με κινητούς υπολογισμούς.
MD. Πρότυπο σύνοψης μηνυμάτων.
Message authentication code: Κώδικας πιστοποίησης μηνύματος. Κώδικας που χρησιμοποιείαι για  να αποδείξει οτι ένα κείμενο που έχει αποστελεί δεν έχει τροποποιηθεί.
Message passing: Μεταβίβαση μηνυμάτων. Μέθοδος επικοινωνίας κατα την οποία μηνύματα συμβολοσειρών μεταβιβάζονται από και προς τις οντότητες ενός δικτύου.
Metadata: Μεταδεδομένα. Δεδομένα που περιγράφουν άλλα δεδομένα, για παράδειγμα ονόματα των στηλών ενός σχεσιακού πίνακα.
Metalanguage: Μεταγλώσσα. Γλώσσα που περιγράφει άλλες γλώσσες, για παράδειγμα η XML.
Middleware: Ενδιάμεσο λογισμικό. Το λογισμικό που εξασφαλίζει την επικοινωνία πελάτη και διακομιστή.
Mobile agent: Κινητός πράκτορας. Πρόγραμμα που μεταφέρεται, μαζί με τα απαραίτητα δεδομένα, από υπολογιστή σε υπολογιστή σε ένα δίκτυο.
Mobile computing: Κινητός υπολογισμός. Υπολογιμσμοί που χρησιμοποιούν συσκευές που μετατοπίζονται, όπως απομακρυσμένοι αισθητήρες ή φορητοί  υπολογιστές.
Mobile middleware: Κινητό ενδιάμεσο λογισμικό. Λογισμικό που επιτρέπει κινητούς υπολογιστές ή κινητές συσκευές να επικοινωνούν  στο Διαδίκτυο.
Multicast address: Διεύθυνση πολυεκπομπής. Ειδική διέυθυνση που χρησιμοποιείται για την αναγνώριση υπολογιστών που δέχονται μηνύματα πολυεκπομπής.
Multicasting: Πολυεκπομπή. Εκπομπή μηνύματος σε πολλούς υπολογιστές ταυτόχρονα στο Διαδίκτυο.
Multicasting protocol: Πρωτόκολλο πολυεκπομοπής. Πρωτόκολλο για πολυεκπομπή μνυμάτων σε πολλαπλούς αποδέκτες.
Multipurpose Internet Mail Exchange (MIME). Πρότυπο ενσωμάτωσης τύπων τεκμηρίων σε η-ταχυδρομείο.
Mutation: Μετάλλαξη. Διαδικασία αυτοτροποποίησης ενός ιού για να αποφύγει την ανίχνευση.
MySQL. Σύστημα διαχείρισης βάσεων δεδομένων ανοικτού λογισμικού.

Name server: Διακομιστής ονομάτων. Διακομιστής που παρέχει υπηρεσία ονοματοδοσίας, όπου για δεδομένο συμβολικό όνομα επιστρέφεται μια φυσική διεύθυνση, πόρου ή υπολογιστή.
Namespace. Μηχανισμός βιβλιοθήκης της XML.
Naming context: Πλαίσιο ονομασίας. Όνομα διαδρομής ένος αντικειμένου CORBA σε ένα δένδρο αντικειμένων.
Naming service: Υπηρεσία ονομασίας. Εσωτερική υπηρεσία που συσχετίζει ένα  πόρο ή υπολογιστή με ένα όνομα.
News agent: Πράκτορας ειδήσεων. Πράκτορας που εκτελεί λειτουργίες σχετικές με ειδήσεις, για παράδειγμα ειδοποιεί ένα χρήστη όταν εμφανίζεται κάποιο θέμα σε μια εφημερίδα.
Newsgroup agent: Πράκτορας ομάδων ειδήσεων. Πράκτορας που εκτελεί λειτουργίες σχετικές με ομάδες ειδήσεις, για παράδειγμα ειδοποιεί ένα χρήστη όταν εμφανίζεται κάποιο θέμα σε μια ομάδα ειδήσεων.
Non-validating parser: Μη-επικυρωτικός σαρωτής. Ένας σαρωτής XML που εκτελεί μόνο βασικούς ελέγχους σε κείμενο μιας γλώσσας.βασιμένης σε XML.

Object adapter: Προσαρμοστής αντικειμένων. Στρώμα του μοντέλου CORBA που επιτρέπει σε αντικείμενα να προσπελάσουν υπηρεσίες ενός ORB.
Object Management Group (OMG): Ομάδα Διαχείρισης Αντικειμένων. Ομάδα εργασίας για την ανάπτυξη της CORBA.
Object Request Broker (ORB): Μεσίτης Αιτήσεων Αντικειμένων. Λογισμικό που παρέχει υπηρεσίες για την επικοινωνία αντικειμένων σε περιβάλλον CORBA.
Object server: Διακομιστής αντικειμένων. Διακομιστής που κρατά απομακρυσμένα αντικείμενα.
Online trading: Εγγραμμη διαπραγμάτευση. Διαδικασία αγοραπωλησίας μετοχών στο Δοιαδίκτυο.
Open system: Ανοικτό σύστημα. Σύστημα που ο πηγαίος κώδικάς του είναι δημόσιος.
Open Data Base Connection (ODBC). Τεχνολογία της Microsoft για σύνδεση βάσεων δεδομένων.
OSI reference model: Μοντέλο αναφοράς ΟSI. Γενικό μοντέλο πολυεπίπεδης αρχιτεκτονική δικτύων υπολογιστών.

Page cache: Κρυφή μνήμη σελίδων. Περιοχή μνήμης ταχείας προσπέλασης όπου κρατούνται ιστοσελίδες έτσι ώστε να προσπελάυνονται γρήγορα.
Page lock: Κλείδωμα σελίδας. Κλείδωμα που εφαρμόζεται σε σελίδα μιας σχεσιακής βάσης δεδομένων.
Parallel running: Παράλληλη εκτέλεση. Η διαδικασία ταυτόχρονης εκτέλεσης προγραμμάτων σε κατάλληλο υλισμικό.
Parser: Σαρωτής. Πρόγραμμα που εκτελεί λεκτικό και συντακτικό έλεγχο ενός κειμένου καποιοας γλώσσας με βάση τον ορισμό της.
PCT. Τεχνολογία SSL της Microsoft.
PHP. Σημειογραφική τεχνολογία ενεργών σελίδων διακομιστή ανοικτού λογισμικού.
Portable Digital Assistant (PDA): Φορητός Ψηφακός Βοηθός. Υπολογιστής χειρός.
Persistemce: Παραμονή. Η δυνατότητα των δεδομένων να διατηρούνται για σημεντικό χρονικό διάστηημα και να μην εξαφανίζονται με τον τερματισμό εκτέλεσης του προγράμματος που τα δημιούργησε.
Persistence service: Υπηρεσία παραμονής. Υπηρεσία CORBA που προσφέρει την μόνιμη αποθήκευση αντικειμένων CORBA.
Plain text: Απλό κείμενο. Αρχικό κείμενο που μετασχηματίζεται με κάποιο σχήμα κρυπτογραφίας.
Polymorphic virus: Πολυμορφικός ιός. Ιός που αλλάζει μορφή για να αποφύξει τον εντοπισμό.
Port: Θύρα. Οδηγός συσκευής που διασφαλίζει την επικοινωνία δεδομένων του υπολογιστή με το δίκτυο.
Portal: Πύλη. Ιστοτόπος που περιέχει καταλόγους και πληροφορίες για πολλά θέματα..
Portable Document Format (PDF): Φορητή Μορφή Τεκμηρίου. Πρότυπο επιτραπέζιας έκδοσης.
Post Office Protocol (POP, POP3). Πρωτόκολλο Ταχυδρομείου. Προτώκολλο για την αποστολή και παραλαβή μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Posting: Δημοσίευση. Αποστολή μηνύματος σε ομάδα ειδήσεων.
Practical Extraction and Report Language (Perl). Μια σημειογραφική γλώσσα που χρησιμοποιείται για την επεξεργασία από τη πλευρά του διακομιστή.
Pre-emptuve scheduling: Προληπτικός χρονοπρογραμματισμός. Όταν ένα νήμα ή διεργασία αναστέλλεται πριν ολοκληρώσει την εργασία του ή πριν ξεκινήσει μια εργασία που θα οδηγήσει σε αναστολή.
Premaster secret. Είδος δεδομένου που χρησιμοποιείται στη τεχνολογία SSL.
Prepared statement: Προετοιμασμένη δήλωση.. Μια δήλωση SQL που αποτελείται από προ-μεταγλωττισμένες δηλώσεις SQL.
Presentation and logic layer: Στρώμα παρουσίασης και λογικής. Το εξωτερικό στρώμα της αρχιτεκτονικής τριών στρωμάτων. Παρέχει τη διεπαφή χρήστη και υπολογιστή.
Pretty Good Privacy (PGP). Δημόσιο σύστημα κρυπτογραφίας.
Private key: Ιδιωτικό κλειδί. Το μυστικό προσωπικό κλειδί στη κρυπτογραφία δημόσιου κελιδιού.
Probe: Διερευνητής. Δεδομένα που χρησιμοποιούνται για να εξασφαλίσουν οτι δεν θα συμβεί αδιέξοδο σε ένα κατανεμημένο σύστημα.
Processing layer: Στρώμα επεξεργασίας. Το ενδιάμεσο στρώμα στην αρχιτεκτονική τριών στρωμάτων.
Procurement: Προμήθεια. Η διαδικασία προμήθειας υλικών για με εταιρία ή οργανισμό με κάποιου τύπου διαγωνισμό.
Properties service: Υπηρεσία ιδιοτήτων. Υπηρεσία CORBA που επιτρέπει τη συσχέτιση ιδιοτλητων με αντικείμενα CORBA.
Protocol: Πρωτόκολλο. Σειρά κονόνων που καθορίζει τον τρόπο επικοινωνίας μεταξύ οντοτήτων σε ένα δίκτυο.
Protocol stack: Στοίβα πρωτοκόλλων. Ομάδα πρωτοκόλλων που παρέχουν κάποιες υπηρεσίες. Ο όρος στοίβα σημαίνει οτι ένα ανώτερο πρωτόκολλο αντλεί λειτουργικότητα από χαμηλότερα πρωτόκολλα .
Proxy object: Πληρεξούσιο αντικείμενο. Αντικείμενο που δρά ως αντικαταστάτης κάποιου άλλου αντικειμένου, το οποίο συνήθως βρίσκεται σε απομακρυσμένο υπολογιστή.
Proxy server: Πληρεξούσιος διακομιστής.Υπολογιστής που σχετίζεται με τείχος ασφαλείας.
Public key: Δημόσιο κλειδί. Το κελιδί που δημοσιοποιείται στη κρυπτογραφία δημόσιου κλειδιού.
Pull technology: Τεχνολογία έλξης. Γενικός όρος που χρησιμοποιείται για τεχνολογίες όπου οι πελάτες ζητούν δεδομένα από τους διακομιστές.
Push technology: Τεχνολογία ώθησης. Γενικός όρος που χρησιμοποιείται για τεχνολογίες όπου οι διακομιστές ζητούν δεδομένα από τους πελάτες.

Query: Ερώτημα. Εντολή που έχει ως αποτέλεσμα τη προσπέλαση σε μια βάση δεδομένων.
Query service: Υπηρεσία ερωτημάτων. Υπηρεσία CORBA που επιτρέπει τη δημιουργία ερωτημάτων προς συλλογές αντικειμένων CORBA.

Rapid application development: Ταχεία ανάπτυξη εφαρμογών. Γενικός όρος που περιγράφει διαδικασίες τεχνολογίας λογισμικού για τη ταχεία ανάπτυξη ενός συστήματος.
RC. Πρότυπα κρυπτογράφησης.
RDF. Πρότυπο περιγραφής υπηρεσιών Ιστού.
Recovery file: Αρχείο επαναφοράς. Αρχείο που δημιουργείται από ένα σύστημα διαχείρισης βάσεων δεδομένων και χρησιμοποιείται για την επαναφορά της βάσης δεδομένων από ένα καταστροφικό συμβάν.
Recovery manager: Διαχειριστής επαναφοράς. Λογισμικό που χρησιμοποιείται για την επαναφορά μιας βάσης δεδομένων στη πρότερη κατάσταση μετά από κάποιο σφάλαμα όπως αστοχία υλισμικού.
Redundant Array of Independent (Inexpensinve) Disks (RAID): Διάταξη Ανεξάρτητων (Φθηνών) Δίσκων σε Περίσσεια. Τεχνική υλισμικού για την ασφαλέστερη και ταχύτερη αποθήκευση δεδομένων σε δίσκους.
Relational database: Σχεσιακή βάση δεδομένων. Βάση δεδομένων οργανωμένη ως σειρά σχετιζόεμνων πινάκων.
Relationship service: Υπηρεσία σχέσεων. Υπηρεσία CORBA όπου ένα αντικείμενο CORBA μπορεί να συσχετιστεί με ένα άλλο με βάση μια σχέση.
Remote Method Invocation (RMI): Επίκληση Απομακρυσμένης Μεθόδου. Τεχσνολογία κατανεμηένων αντικειμένων της Java.
Remote Procedure Call (RPC): Κλήση Απομακρυσμένης Διαδικασίας. Διαδικασία εκτέλεσης κώδικα σε έναν υπολογιστή με τη κλήση του από απομακρυσμένο υπολογιστή.
Replicated data: Ομοιότυπα δεδομένα. Δεδομένα που έχουν ομοιοτυπηθεί (αντιγραφεί πανομοιότυπα) μέσω δικτύου.
Repicaltion service: Υπηρεσία ομοιοτυπίας. Εσωτερική υπηρεσία που συντονίζει τις ενημερώσεις ομοιότυπων βάσεων δεδομένων σε ένα κατανεμημένο σύστημα.
Resolution: Ανάλυση. Σύνδεση λογικού ονόματος και φυσικκής διεύθυνσης δικτύου.
Ring network: Δίκτυο δακτυλίου. Δίκτυο υπολογιστών οργανωμένο ως δακτύλιος.
RMI compiler: Συμβολομεταφραστής RMI. Λογισμικό που παράγει υποστηρικτικό κώδικα για την ανάπτυξη αντικειμένων RMI.
RMI registry: Μητρώο RMI. Σύστημα ονομασίας του RMI.
Robot: Ρομπότ. Εναλλακτική ονομασία του πράκτορα.
Robot exclusion standard: Πρότυπο αποκλεισμού Ρομπότ. Πρότυπο για τη διαμόρφωση αρχείων κειμένου που  πληροφορούν τα ρομπότ ποιά τμήματα ενός ιστοτόπου δεν πρέπει να επισκεφθούν.
Rollback: Επαναφορά. Ακύρωση δέσμευσης σε βάσεις δεδομένων και επιστροφή στη πρότερη κατάσταση.
Row lock: Κλείδωμα γραμμής (σειράς). Κλείδωμα μιας γραμμής ενός σχεσιακού πίανακα.
RSA. ΄Ενα από τα πιο γνωστά κρυπτογραφικά συστήματα δημόσιου κλειδιού.

Scanner: Σαρωτής. Λογισμικό που ελέγχει την ασφάλεια δικτύων ή υπολογιστών.
Scheduler: Χρονοπρογραμματιστής. Λογισμικό συστήματος που διαμοιράζει έναν επεξεργαστή μεταξύ ανατγωνιζόμενων νημάτων ή συνδρομικών διεργασιών.
Scalable Vector Graphics (SVG): Κλιμακούμενα Ανυσματικά Γραφικά. Πρότυπο ανυσματικών γραφικών.
Screened host firewall. Δημοφιλής μέθοδος οργάνωσης τείχους ασφαλείας.
Search engine: Μηχανή αναζήτησης. Λιγισμικό για την ανάκτηση πληροφορίας από τον Παγκόσμιο Ιστό ή από έναν ιστοχώρο.
Secure HTTP (SHTTP): Aσφαλές HTTP.
Secure Sockets Layer (SSL): Στρώμα Ασφαλών Υποδοχών.
Στρώμα λογισμικού που επιτρέπει τη κρυπτογραφημένη επικοινωνία στο Διαδίκτυο.
Security Administrator's Tool for Analyzing Networks (SATAN): Εργαλείο Διαχειριστή Ασφαλείας για την Ανάλυση Δικτύων. Λογισμικό για τον έλεγχο ασφαλείας υπολογιστών και δικτύων.
Security service: Υπηρεσία ασφαλείας. Εσωτερική υπηρεσία που παρέχει εργαλεία λογισμικού για την  ασφάλεια ενός κατανεμημένου συστήματος, όπως κρυπτογραφία δεδομένων.
Serial equivalence: Σειραική ισοδυναμία. Ιδιότητα μιας συναλλαγής που αποτελείται από υπο-συναλλαγές. Το αποτέλεσμα της παράλληλης εκτέλεσης των υπο-συναλλαγών είναι το ίδιο με την σειραική εκτέλεσή τους.
Server: Διακομιστής. Υπολογιστής ή λογισμικό που παρέχει κάποια υπηρεσία σε άλλους υπολογιστές ή λογισμικά - πελάτες.
Server Side Includes. Συμπεριλήψεις από τη πλευρά του διακομιστή. Πρώιμη τεχνολογία υλοποίησης δυναμικών ιστοσελίδων.
Servlet. Τεχνολογία Java για την υλοποίηση δυναμικών σελίδων μέσω της εκτέλεσης τμημάτων κώδικα όταν προσπελαύνεται ένας διακομιστής Ιστού.
Session: Σύνοδος. Ενιαίο σύνολο αλληλεπιδράσεων μεταξύ πελάτη και διακομιστή, όπως περιηγητή και διακομιστή Ιστού.
Session beans: Beans συνόδου. Enterprise JavaBeans που ενσωματώνουν κάποια επιχειρηματική λογική.
Session tracking: Παρακολούθηση συνόδου. Διαδικασία παρακολούθησης των δεδομένων που δημιουργούνται κατά τη διάρκεια μιας συνόδου με ένα ιστοχώρο.
SGML. Γλώσσα σήμανσης, πρόδρομος της HTML.
SHA. Πρότυπο σύνοψης μηνυμάτων.
Shim. Εναλλακτική ονομασία του hack.
Shopping agent: Πράκτορας αγορών. Πράκτορας που εκτελεί κάποια αγοραστική δραστηριότητα, όπως η ανεύρεση της φθηνότερης τιμής ενός βιβλίου.
Shopping cart: Καλάθι αγορών. Περιοχή μνήμης όπου αποθηκεύονται αντικείμενα προς αγορά σε ένα ιστοχώρο λιανικής.
Simple API for XML (SAX). Τεχνολογία Microsoft.
Simple Network Management Protocol (SNMP): Απλό Πρωτόκολλο Διαχείρισης Δικτύου.
Simple Mail Transfer Protocol (SMTP): Απλό Πρωτόκολλο Μεταφοράς Ταχυδρομείου. Πρωτόκολλο μεταφοράς μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στο Διαδίκτυο.
Skeleton: Σκελετός. Κώδικας που παράγεται από μια τεχνολογία κατανεμημένων αντικειμένων που χρησιμοποποιείται για την υποστήριξη της πρόσβασης σε αντικείμενα που βρίσκονται στο διακομιστή.
Smart card: Έξυπνη κάρτα. Πλαστική κάρτα με ενσωματωμένο επεξεργαστή που περιέχει δεδομένα ασφαλείας του χρήστη.
SOAP. Πρότυπο βασισμένο σε XML για την επικοινωνία  μεταξύ υπολογιστών στα πλαίσια των υπηρεσιών Ιστού.
Socket: Υποδοχή. Συνδυασμός διέυθυνσης IP και αριθμού θύρας που χρησιμοποιείται για τη μεταφορά δεδομένων.
Software agent: Πράκτορας λογισμικού. Πράκτορας που εκτελεί δραστηριότητα σχετική με λογισμικό, όπως η μεταβολή του κώδικα.
Space: Διάστημα. Συλλογή πλειάδων που διατηρείται από ένα σύστημα βασισμένο σε JavaSpaces.
Spam. Ανεπιθύμητο μήνυμα ηελκτρονικού ταχυδρομείου που αποστέλλεται σε μεγάλο αριθμό χρηστών του Διαδικτύου.
Spider: Αράχνη. Πράκτορας που ταξιδεύει στο ΔΙαδίκτυο συλλέγοντας πληροφορίες από μηχανές αναζήτησης.
Spoofing: Παραποίηση. Διαδικασία κατά την οποία ένας υπολογιστής ή χρήστης προσποιείται οτι είναι ένας εμπιστός υπολογιστής ή χρήστης για να κερδίσει πρόσβαση σε ένα σύστημα.
Startup file: Αρχείο εκκίνησης. Αρχείο που διαβάζεται ή και εκτελείται κατά την εκκίνηση ενός υπολογιστή. Συχνά αυτά τα αρχεία γίνονται στόχος ιών.
Stateless server: Διακομιστής χωρίς καταστάσεις. Διακομιστής που δεν παρακολουθεί (αποθηκεύει) τα δεδομένα που δημιουργούνται από μια συναλλαγή.
Status line: Γραμμή κατάστασης. Η γραμμή στο κάτω μέρος ενός παραθύρου περιηγητή που περιέχει μηνύματα κειμένου.
Stealth virus: Κρυφός ιός. Ιός που κρύβεται με τροποποίηση του κώδικά του ή των υπηρεσιών του λειτουργικού συστήματος που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο ιών.
Stored procedure: Αποθηκευμένη διαδικασία. Η υπορρουτίνα στην SQL.
Structured Query Language (SQL): Δομημένη Γλώσσα Ερωτημάτων. Γλώσσα πρόσβασης σε σχεσιακές βάσεις δεδομένων.
Stub: Στέλεχος. Κώδικας που παράγεται από μια τεχνολογία κατανεμημένων αντικειμένων που χρησιμοποποιείται για την υποστήριξη της πρόσβασης σε απομακρυσμένα αντικείμενα.
Supply chain: Εφοδιαστική αλυσίδα. Σύνολο διαδικασιών με σκοπό την προμήθεια, παραγωγή και διανομή προιόντων ή υπηρεσιών που εμπλέκει μια σειρά εταιριών.
Symmetric key: Συμμετρικό κλειδί. Κλειδί που χρησιμοποιείται σε ένα κρυπτογραφικό σχήμα και από τις δύο πελυρές.
Synchronous message passing: Σύγχρονη μεταβίβαση μηνυμάτων.  Επικοινωνία που πρέπει να συμβεί με συγκεκριμένη διαδοχή ανταλλαγής μηνυμάτων, η οποία συγχρονίζει και τις υπόλοιπες λειτουργίες των εμπλεκομένων.

Table lock: Κλείδωμα πίνακα. Κλείδωμα που εφαρμόζεται σε πίνακα σχεσιακής βάσης δεδομένων.
Tag: Επίθεμα. Κείμενο που περιλαμβάνει κάποια πληροφορία σε ένα τεκμήριο μέσω μιας γλώσσας σήμανσης.
Telnet. Πρωτόκολλο απομακρυσμένης πρόσβασης.
Thin client: Λεπτός πελάτης. Πελάτης με μικρή ποσότητα κώδικα.
Thread: Νήμα. Στιγμιότυπο ανεξάρτης (συνήθως συνδρομικής) εκτέλεσης κάποιου προγράμματος.
Threaded server: Νηματικός διακομιστής. Διακομιστής που επεξεργάζεται συνδρομικά πολλαπλά αιτήματα πελατών.
Three-tier architecture: Αριχτεκτονική τριών στρωμάτων. Αρχιτεκτονική που χρησιμοποιείται σε κατανεμημένες εφαρμογές: ένα στρώμα για τη διεπαφή ανθρώπου-υπολογιστή, ένα δεύτερο για τα επιχειρηματικά αντικείμενα και ένα τρίτο για τη προσπέλαση στις βάσεις δεδομένων.
Timeout: Χρονοδιακοπή. Απλή τεχνική αποφυγής αδιεξόδου.
Time service: Υπηρεσία χρονισμού. Εσωτερική υπηρεσία που συντονίζει τα ρολόγια των υπολογοστών ενός κατανεμημένου συστήματος.
Tomcat. Διακομιστής Apache με επεκτάσεις ασφαλείας κά.
TP (Transaction Processing) Monitor: Επόπτης Συναλλαγών. Λογισμικό που διαχειρίζεται τη συνδρομική προσπέλαση σε αποθηκευμένα δεδομένα (συνήθως σε βάσεις δεδομένων).
Trader service: Υπηρεσία διαμεσολάβησης. Υπηρεσία ευρετηρίου στη CORBA που επιτρέπει σε αντικείμενα να διαφημίσουν τις λειτουργίες τους.
Transaction: Συναλλαγή. Σύνολο λειτουργιών που όταν εφαρμόζονται σε μια βάση δεδομένων την μετασχηματίζουν σε μια νέα κατάσταση, όπως ενημέρωση κάποιων στοιχείων.
Transaction service: Υπηρεσία συναλλαγών. Εσωτερική υπηρεσία που διασφαλίζει την ορθή εκτέλεση συναλλαγών σε αποθηκευμένα δεδομένα.
Transfer Control Protocol (TCP): Πρωτόκολλο Ελέγχου Μεταβιβάσεων. Ένα από τα πρωτόκολλα του TCP/IP, υπεύθυνο για την ορθή μεταβίβαση πακέτων δεδομένων.
Transfer Control Protocol / Internet Protocol (TCP/IP). Το συλλογικό όνομα των πρωτοκόλλων πάνω στα οποία βασίζεται το Διαδίκτυο.
Trigger: Πυροδότηση / Έναρξη. Επεξεργασία που προκαλείται όταν συμβαίνει κάποιο συγκεκριμένο γεγονός σχετικό με μια σχεσιακή βάση δεδομένων.
Trivial File Trasnfer Protocol (TFTP): Απλό Πρωτόκολλο Μεταφοράς Αρχείων. Απλουστευμένο πρωτόκολλο μεταφοράς αρχείων στο Δαδίκτυο.
Trojan horse: Δούρειος ίππος. Ιός που μεταμφιέζεται σε κάποιο άλλο πρόγραμμα ή ενσωματώνεται σε κάποιο πρόγραμμα.
Trust brokerage: Μεσιτεία εμπιστοσύνης. Παροχή κάποιας υπηρεσίας ασφαλείας μέσω του Διαδικτύου.
Tuple: Πλειάδα. Απλό δεδομένο που διατηρείται σε ένα σύστημα που βασίζεται σε JavaSpaces.
Two-tier architecture: Αρχιτεκτονική δύο στρωμάτων. Αρχιτεκτονική που χρησιμοποιείται σε κατανεμημένες εφαρμογές: ένα στρώμα για τη διεπαφή ανθρώπου-υπολογιστή και επεξεργασία, και ένα δεύτερο για τη προσπέλαση στις βάσεις δεδομένων.

Ubiquitous computing: Αφανής υπολογισμός. Μελλοντολογική οπτική του κατανεμημένου υπολογισμού όπου οι υπολογιστές βρίσκονται παντού ενσωματωμένοι σε συσκευές καθημερινής χρήσης, ρούχα, κλπ.
Uniform Resource Locator (URL): Ενιαίος Εντοπιστής Πόρου. Συμβολοσειρά που ταυτοποιεί μοναδικά έναν πόρο, για παράδειγμα μια ιστοσελίδα στον Παγκόσμιο Ιστό.
Unmarshalling: Απο-παράταξη. Διαδικασία μετατροπής δεδομένων που στάλθηκαν μέσω Διαδικτύου σε μορφή που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από το πρόγραμμα που τα παρέλαβε.
Unreliable Datagram Packets (UDP). Πρωτόκολλο Διαδικτύου.
Update agent: Πράκτορας ενημέρωσης. Πράκτορας που πληροφορεί όταν συμβαίνει μια αλλαγή, όπως σε μια ιστοσελίδα.
URL rewriting: Επαναγραφή URL. Τεχνική που χρησιμοποιείται για την υλοποίηση καταστάσεων σε ένα διακομιστή Ιστού. Περιλαβάνει την επαύξηση του URL με πρόσθετη πληροφορία σχετική με παλιότερες επικοινωνίες του διακομιστή.

Validating parser: Επικυρωτικός σαρωτής. Σαρωτής που εκτελεί εκτεταμένους ελέγχους σε ένα τεκμήριο XML.
Vector graphic: Διανυσματικό γραφικό. Εικόνα που εκφράζεται σε μορφή που περιλαμβάνει εντολές σχεδίασης.
Vertical fragmentation: Κάθετη τμηματοποίηση. Όταν πίνακας σχεσιακής βάσης δεδομένων διαμοιράζεται κατά στήλες.
Virus: Ιός. Πρόγραμμα που εκτελεί κάποια κακόβουλη λειτουργία, όπως διαγραφή αρχείων.

W3 Consortium. Διεθνής οργανισμός υπέυθυνος για την ανάπτυξη προτύπων στον Παγκόσμιο Ιστό.
Wait-for graph: Γράφος αναμονής.
Δομή δεδομένων που χρησιμοπιείται για διερεύνηση αδιεξόδων.
Warez. Πειρατικό λογισμικό στο οποίο έχουν ακυρωθεί οι λειτουργίες ασφαλείας.
Web browser: Περιηγητής Ιστού. Πρόγραμμα που επιτρέπει στο χρήστη την προσπέλαση σε τεκμήρια Ιστού.
Web development agent: Πράκτορας ανάπτυξης Ιστού. Πράκτορας που εκτελεί κάποια εργασία σχετική με την ανάπτυξη ενός ιστοτόπου, όπως ειδοποίηση του διαχειριστή όταν ένας σύνδεσμος είναι νεκρός.
Web page: Ιστοσελίδα. Αρχείο που περιέχει κώδικα HTML.
Web publication system: Σύστημα έκδοσης Ιστού. Σύστημα Ιστού που διαχειρίζεται τη δημοσίευση τεκμηρίων σε διάφορες μορφές.
Web server: Διακομιστής ιστού. Υπολογιστής ή πρόγραμμα που αποστέλει ιστοσελίδες σε πελάτες που εκτελούν περιηγητές.
Web site: Ιστοτόπος / Ιστοχώρος.  Συλλογή ιστοσελίδων  αφιερωμένων σε κάποιο κοινό στόχο, όπως η πώληση κάποιων προιόντων.
Webmaster: Διαχειριστής Ιστού.Υπέυθυνος διαχείρισης ιστοτόπου.
Wide Area Information System (WAIS): Πληροφοριακό Σύστημα Ευρείας Περιοχής. Παλαιότερου τύπου πληροφοριακό σύστημα στο Διαδίκτυο.
Wireless Application Protocol (WAP): Πρωτόκολλο Ασύρματων Εφαρμογών. Πρωτόκολλο επικοινωνίας μεταξύ κινητών συσκευών (όπως κινητών τηλεφώνων) και διακομιστών Ιστού.
WAP Bit Map (WBMP). WAP κωδικοποίηση εικόνας.
WAP Bit XML (WBXML). Συμβολομεταφρασμένη XML στο WAP.
WAP Datagram Protocol (WDP). Επιμέρους WAP πρωτόκολλο.
WAP Session Protocol (WSP, WSP/B). Επιμέρους WAP πρωτόκολλο.
WAP Transaction Protocol (WTP). Επιμέρους WAP πρωτόκολλο.
WAP Transaction Layer Security (WTLS). Επιμέρους WAP πρωτόκολλο.
Wireless Markup Language (WML): Ασύρματη Γλώσσα Σήμανσης. Γλώσσα σήμανσης που σχετίζεται με το WAP.
WMLScript. Σημειογραφική γλώσσα, επέκταση της WML.
World Wide Web: Παγκόσμιος Ιστός. Το σύνολο των ιστοτόπων του Διαδικτύου.
Write-back cache: Κρυφή μνήμη οπισθεγγραφής. Κρυφή μνήμη που ενημερώνει περιοδικά τη κύρια μνήμη για τυχόν αλλαγές στα δεδομένα που περιέχει.
Write-through cache: Κρυφή μνήμη δι-εγγραφής. Κρυφή μνήμη που ενημερώνει δυναμικά τη κύρια μνήμη για τυχόν αλλαγές στα δεδομένα που περιέχει.

XML. δες Extesible Markup Language.
XSL. Γλώσσα που καθορίζει τους μετασχηματισμούς που θα συμβούν κάποιο κείμενο XML.
XSLT. Γλώσσα επεξεργασίας τεκμηρίων XML.